- λακταλβουμίνη
- Πρωτεΐνη που βρίσκεται στο γάλα και ανήκει στην ομάδα των αλβουμινών. Όπως και οι άλλες αλβουμίνες είναι κρυσταλλική ουσία, διαλυτή στο νερό, δεν καταβυθίζεται από χλωριούχο νάτριο και άλλα αραιά ουδέτερα διαλύματα αλάτων, αλλά μετουσιώνεται στους 70-75°C. Θεωρείται γενικά προστατευτικό κολλοειδές, που περιβάλλει τα σφαιρίδια του διεσπαρμένου λίπους και τα εμποδίζει να συνδεθούν μεταξύ τους.
Όταν το προστατευτικό αυτό περίβλημα καταστρέφεται με την ανάδευση του γάλακτος ή με άλλη αναταραχή, η λ. γίνεται μέρος του ορού του γάλακτος. Αποτελεί το 10-12% του ορού στο γάλα της αγελάδας. Δεν πήζει με το ένζυμο ρενίνη της πυτιάς.
* * *η(βιοχ.)πρωτεΐνη τού γάλακτος, η οποία, θερμαινόμενη, υφίσταται συγκόλληση.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. lactalbumin < lact- (< γαλλ. lact- < λατ. lac, -tis), + albumin (< λατ. albumen «λεύκωμα τού αβγού» + κατάλ. -in)].
Dictionary of Greek. 2013.